Ο Καρλομάγνος υπήρξε βασιλιάς των Φράγκων από το 768. Το εκτεταμένο Φραγκικό κράτος που ίδρυσε ονομάζεται αυτοκρατορία των Καρολιδών. Ο ίδιος υπήρξε λάτρης της μάθησης και της εκπαίδευσης. Ερχόμενος σε επαφή με τον πολιτισμό άλλων χωρών λόγω των μεγάλων κατακτήσεών του, και καταλαβαίνοντας την αξία κάτι τέτοιου, προσπάθησε να οργανώσει και να δημιουργήσει ένα, έστω σε αρχικό στάδιο, εκπαιδευτικό σύστημα. Όταν λέμε εκπαιδευτικό σύστημα, εννοούμε τη συνεχή ενασχόληση ενός ατόμου με τη μάθηση, όταν αυτή είναι ιεραρχημένη, δομημένη και οργανωμένη χρονικά σε βαθμίδες. Η μικρής κλίμακας και μη οργανωμένη εκπαίδευση που παρέχονταν την εποχή εκείνη, βρίσκονταν στα χέρια της εκκλησίας

Στο κείμενο που ακολουθεί, θα προσπαθήσουμε να αναφέρουμε τους τρόπους με τους οποίους η βασιλεία του Καρλομάγνου συνδέεται με τη σημαντική άνθηση των γραμμάτων και των τεχνών, αλλά και με την ίδρυση του πρώτου εκπαιδευτικού συστήματος στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο.

Πρέπει να σημειωθεί πως αναφερόμαστε στο εκπαιδευτικό σύστημα της Δυτικής Ευρώπης, όπου για διάφορους ιστορικούς λόγους, δεν είχε καταφέρει να υπάρξει κάποιο επίπεδο εκπαίδευσης, σε αντίθεση με την Ανατολική Ευρώπη, η οποία αρκετά πριν από την εποχή στην οποία αναφερόμαστε και με κέντρο της το Βυζάντιο, είχε καταφέρει να δημιουργήσει δημόσια και ιδιωτικά σχολεία όπου διδάσκονταν τα κλασικά γράμματα και ο χριστιανισμός.

 

ΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Πριν από την εποχή του Καρλομάγνου, στη Μεσαιωνική Ευρώπη, υπήρχε ένα ιδιότυπο σύστημα εκπαίδευσης, το οποίο κάθε άλλο παρά οργανωμένο ήταν και παρέχονταν κατά κύριο λόγο από την Εκκλησία. Κάποιου είδους κεντρικής διοίκησης δεν υπήρχε, οπότε η όποια εκπαιδευτική κίνηση από πλευράς της εκκλησίας, λειτουργούσε μεμονωμένα. Τα πρώτα σχολεία ονομάζονταν κατηχητικά, ήταν σχολεία μέσα σε εκκλησίες, στα οποία οι νεοφώτιστοι διδάσκονταν το χριστιανικό δόγμα, την πειθαρχία και την ηθική τους χριστιανισμού καθώς και ύμνους και γραφές της Εκκλησίας. Αργότερα δημιουργήθηκαν τα ανώτερα κατηχητικά σχολεία, στα οποία διδάσκονταν κυρίως θεολογία, φιλοσοφία και φυσικές επιστήμες, απαραίτητα ώστε να απαντηθούν θεολογικά ερωτήματα. Τα λίγα “κοσμικά” σχολεία που υπήρχαν και τα οποία δεν είχαν ως κύριο σκοπό τη διδασκαλία της θρησκείας αλλά και των κλασικών γραμμάτων, έπαψαν να λειτουργούν με το διάταγμα του Ιουστινιανού το 526.

Τα μοναστήρια στα οποία λειτουργούσαν βιβλιοθήκες και σχολεία, μπορούσαν να παρέχουν την μόνη γνώση που μπορούσε κανείς να αποκτήσει την εποχή εκείνη, δεν έπαψαν όμως ποτέ να υπηρετούν τους σκοπούς του δόγματος και όχι το ιδανικό της παιδείας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως οι βιβλιοθήκες αυτές των μοναστηριών, δεν διέθεταν βιβλία με θεματολογία τις τέχνες, τη πολιτική τα νομικά την ιατρική τα μαθηματικά και άλλων επιστημών (Γκότσης- Συριάτου, 2001/31).

Ο Καρλομάγνος ήταν ο πρώτος ηγεμόνας της δυτικής Ευρώπης, που προσπάθησε να επιβάλει ένα είδος κεντρικής διοίκησης και ένα είδος εκπαίδευσης και εκπαιδευτικού συστήματος, οργανωμένου από το κεντρικό κράτος (Γκότσης- Συριάτου, 2001/34).

Για να φτάσει στη θέσπιση αυτού του πρώτου εκπαιδευτικού συστήματος, ο Καρλομάγνος άρχισε από την ανακατανομή της εκκλησιαστικής περιουσίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αποκτήσει την υποστήριξη της υψηλής βαθμίδας του κλήρου στο πρόσωπό του, γεγονός που τον βοήθησε ιδιαίτερα στο να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις που ήθελε να επιβάλλει αρεστές, αλλά και να ενισχυθούν οικονομικά οι κατώτεροι κληρικοί των μοναστηριών. Ενισχύθηκαν έτσι οικονομικά και εκπαιδευτικά οι κληρικοί, δηλαδή οι εκπαιδευτές και κάτι τέτοιο βοήθησε στην αναζωογόνηση των γραμμάτων και του πολιτισμού.

Μετέτρεψε ακόμη το παλάτι του σε σχολείο, ανακτορική σχολή που συνιστούσε ένα είδος Ακαδημίας, με σκοπό να μορφώνονται οι κληρικοί ώστε να μπορούν να κατανοήσουν σωστά τη Βίβλο. Λόγω έλλειψης γηγενών δασκάλων, προσκλήθηκαν κορυφαίοι λόγιοι από τη Βόρεια Ιταλία, την Ισπανία και τα αγγλοσαξονικά μοναστήρια, για να αναμορφώσουν την εκπαίδευση” (Ράπτης, 1999/64). Ακόμη, δημιούργησε περισσότερα αντίγραφα της Παλιάς και της Καινής Διαθήκης, τα οποία τα διέθεσε στους καθεδρικούς ναούς και στα αβαεία.

Το 789 στη σύνοδο του Άαχεν, με διάταγμά του, σε κάθε επισκοπή και μοναστήρι, θα έπρεπε να διδάσκονται μαθήματα όπως το Ψαλτήρι, η υμνωδία και η γραμματική. Οι κληρικοί που δεν γνώριζαν το Σύμβολο της Πίστεως, καθώς και όσοι αρνούνταν να εξεταστούν στην ανάγνωση και τη γραφή, έπρεπε να απέλθουν. Στις πόλεις Τουρ και Μετς, δημιουργήθηκαν δύο από τα καλύτερα σχολεία, στα οποία το μεν πρώτο έγινε σχολείο για την προπαρασκευή δασκάλων και ανώτερων κληρικών, το δεύτερο ένα σχολείο στο οποίο δίδασκαν δάσκαλοι από τη Ρώμη που διέπρεπαν στα γράμματα.

Η πιο σημαντική όπως μεταρρύθμιση του Καρλομάγνου, που έδωσε μία πραγματική ώθηση στη θέσπιση του πρώτου εκπαιδευτικού συστήματος στην Ευρώπη, αλλά και στην πραγματική άνθηση των γραμμάτων και των τεχνών, κατά την άποψή μου, ήρθε με ένα διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο οι κληρικοί έπρεπε να οργανώσουν σχολεία στα χωριά και στις ενορίες για όποιον το ζητούσε. Οι πύλες των μοναστηριών ήταν ανοιχτές και σε όσα παιδιά δεν σκόπευαν να παραμείνουν στο μοναστήρι, αλλά και τα φτωχά παιδιά, είχαν θέση και μερίδιο στην γνώση. Ο μόνος και επιτυχημένος τρόπος επιβολής των μέτρων αυτών που έλαβε ο Καρλομάγνος ήταν μέσω της θρησκείας και της πίστης, και όχι του κράτους. Το καθήκον των γονέων να μορφώσουν τα παιδιά τους και να τα στείλουν σε σχολεία, είτε μοναστικά είτε εκκλησιαστικά, δεν επιβλήθηκε ως διάταγμα του κράτους, αλλά ως ένα μέρος του χριστιανικού τους καθήκοντος, που επέβαλε να μάθουν το δόγμα των Καθολικών και τις προσευχές του Κυρίου. Από τη στιγμή που οι πιστοί ήταν πιο πρόθυμοι να υπακούσουν περισσότερο στην Εκκλησία παρά σε ένα διάταγμα του κράτους, ήταν αντίστοιχα πιο εύκολο για εκείνους να στέλνουν τα παιδιά τους σε σχολεία που οργάνωνε η Εκκλησία.

Με την καθιέρωση της γρηγοριανής λειτουργίας το 786, επικράτησε μία τυποποιημένη εκκλησιαστική λειτουργία σε ολόκληρη την Καρολίγγεια Αυτοκρατορία. Ακόμη, πρέπει να αναφέρουμε πως η τελειοποίηση μιας μικρογράμματης γραφής αγγλοσαξονικής προέλευσης, επέτρεψε την ταχύτερη και διευρυμένη παραγωγή και αναπαραγωγή χειρογράφων.

Δεν είναι τυχαίο βέβαια πως λόγω όλων αυτών των μεταρρυθμίσεων του Φράγκου ηγεμόνα στην παιδεία και την άνθηση των γραμμάτων που συνόδευσε τα χρόνια διακυβέρνησής του, συχνά αναφέρονται, με μία ίσως δόση υπερβολής, ως “Καρολίγγεια Αναγέννηση”.

Θα πρέπει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό, πως ο αγώνας των ανθρώπων της εποχής για επιβίωση απέναντι στην κυριαρχία των στοιχείων της φύσης ήταν άνισος. Οι άσχημες καιρικές συνθήκες της εποχής σε συνδυασμό με τα λίγα μέσα επιβίωσης, το μόνιμο πρόβλημα και η σχεδόν αδυναμία σίτισης του πληθυσμού, δεν βοηθούσαν ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να προσπαθήσει κανείς να μορφωθεί. Από την άλλη πλευρά, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ζούσε στην αγροτική ύπαιθρο, δεν υπήρχαν στην πραγματικότητα μεγάλα αστικά κέντρα, οπότε η παρεχόμενη μάθηση, έπρεπε να είναι και αυτή κατακερματισμένη.

Τα χρόνια του Φράγκου Ηγεμόνα, έγιναν και άλλες κινήσεις που βοήθησαν στην ανάπτυξη των γραμμάτων και των τεχνών, όπως η συστηματικοποίηση των κανόνων της λατινικής ορθογραφίας και γραμματικής. Στην ανακτορική σχολή, δόθηκε μία κανονική μορφή στα μεσαιωνικά λατινικά, τα οποία διαφοροποιούνταν από την κλασική λατινική γλώσσα. Μία νέα πνοή στη λατινική γραμματεία του ύστερου 8ου και του 9ου αιώνα, δόθηκε από τα σχολικά εγχειρίδια, την αυλική και θρησκευτική ποίηση, τα βασιλικά χρονικά, τις θεολογικές και πολιτικές πραγματείες. Νέες μορφές λογοτεχνικής έκφρασης, κυρίως τα επικά άσματα, καλλιεργήθηκαν στις νέες «κοινές» γλώσσες, εξέφρασαν πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, παρέμειναν όμως μέσα στο πλαίσιο της λαϊκής προφορικής παράδοσης.

Πέρα από όλες αυτές τις εκπαιδευτικές αλλαγές, πρέπει να αναφέρουμε και τις γενικότερες αλλαγές που συντελέστηκαν την εποχή αυτή, βοήθησαν και αυτές στην πνευματική ανάπτυξη και εξέλιξη του λαού. Μεγάλη ανάπτυξη γνώρισε η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, μιας και την εποχή αυτή οικοδομήθηκαν δεκάδες καθεδρικοί ναοί και εκατοντάδες μοναστήρια. Στην αρχιτεκτονική σύλληψη και στον διάκοσμο επικράτησε ο αρχιτεκτονικός τύπος της βασιλικής και οι έντονες βυζαντινές επιρροές. Σημαντική είναι και η παρακαταθήκη που έχουμε από την περίοδο αυτή και αφορά στη μικρογραφία και τη μικροτεχνία, κυρίως την επεξεργασία του μετάλλου και του ελεφαντοστού, επηρεασμένες από διαφορετικές παραδόσεις που μας άφησαν πρωτότυπα έργα, τα οποία λειτούργησαν ως πρότυπα για τη δυτική μεσαιωνική τέχνη από τον 11ο αιώνα.

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Είναι γεγονός, ότι τα μέτρα που πήρε ο Καρλομάγνος δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν σε μία εποχή και έναν λαό ανώριμο να τα δεχτεί και κατά κάποιον τρόπο να εκμεταλλευτεί την δυνατότητα που του δίνονταν για μόρφωση και να άνοδο της πνευματικής του ζωής.

Έτσι και αλλιώς το εγχείρημα του Καρλομάγνου ήταν ιδιαίτερα δύσκολο, αν αναλογιστεί κανείς πως η εκπαίδευση μέχρι τότε ήταν σχεδόν ανύπαρκτη για την μεγάλη μάζα του κόσμου, και πως την μόνη παροχή γνώσης είχε στα χέρια της η εκκλησία. Έτσι το εγχείρημα του Καρλομάγνου γίνονταν ακόμη πιο δύσκολο μιας και λάμβανε ευρύτερες διαστάσεις, που ξέφευγαν από τα στενά όρια άσκησης κρατικής εξουσίας.

Μετά τον θάνατό του το 814, οι έριδες μεταξύ των συνεχιστών του, οι εισβολείς και οι καταστροφικές τους επιδρομές, κατέληξαν στο να δοκιμαστεί ο ενιαίος χαρακτήρας της Αυτοκρατορίας. Αργότερα όμως, η ανάπτυξη του εμπορίου και των πόλεων που δημιουργήθηκαν στους φυσικούς δρόμους απ’ όπου γίνονταν η διακίνηση των εμπορευμάτων, καθώς και η δημιουργία νέων κοινωνικών ομάδων με νέες επαγγελματικές δραστηριότητες, έφεραν τη δημιουργία σχολείων και αργότερα και πανεπιστημίων.