Μετά από μία μεγάλη περίοδο επιδρομών, επιδημιών που εξόντωσαν το ένα τρίτο περίπου του Ευρωπαϊκού πληθυσμού, μετά από την εμφάνιση αιρέσεων και τα σχίσματα στους κόλπους της εκκλησίας, αλλά και της εμμονής στην προσκόλληση με την αρχαιότητα, που έχει μείνει στην ιστορία ως Μεσαίωνας, περνάμε σε μία νέα πιο ελπιδοφόρα περίοδο, αυτή της Αναγέννησης. Ο Μεσαίωνας σημάδεψε κυρίως την δυτική Ευρώπη, μιας και στην Ανατολή, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατάφερε να επιβιώσει και να παραμείνει αξιοσημείωτη δύναμη. Η περίοδος της Αναγέννησης που διαδέχτηκε τον Μεσαίωνα, συνοδεύτηκε με την άνθηση της λογοτεχνίας, της επιστήμης, της τέχνης, καθώς και την γενικότερη πολιτισμική και πολιτιστική άνθηση.

Λέγοντας Ουμανισμό, εννοούμε την πνευματική κίνηση που έθεσε τον άνθρωπο στο κέντρο του ενδιαφέροντος με την οργανωμένη προσπάθεια εξύψωσης του πνεύματός του. Στόχευε στην πολιτιστική και εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του θεοφοβικού μοντέλου που επικρατούσε έως τότε, και είχε ως στόχο να ολοκληρώσει τις φυσικές ιδιότητες του ανθρώπου ώστε να τον κάνει άξιο του ονόματός του. Είναι η εποχή που επικρατεί η έντονη αίσθηση του ατόμου να κατανοήσει και να αλλάξει τόσο τον εαυτό του όσο και τον κόσμο, με σκοπό να βρει ορθολογικές και όχι θρησκευτικές απαντήσεις.

Στο κείμενο που ακολουθεί, θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε το κίνημα του Ουμανισμού, και να προσδιορίσουμε τις συνιστώσες του αλλά και τις καταβολές του. Ακόμη, θα αναλύσουμε την επίδρασή του στα εκπαιδευτικά πράγματα της εποχής, τις αντιλήψεις των Ουμανιστών για την παιδεία και την εκπαίδευση, αλλά και τις αλλαγές που επέφεραν στα εκπαιδευτικά πράγματα, κατά τον 14ο έως τον 16ο αιώνα.

 

Το κίνημα του ουμανισμού

Ο Ουμανισμός χαρακτηρίζεται από την τάση για ενασχόληση και μελέτη των κλασικών γραμμάτων και είναι γνωστός και ως ανθρωπισμός. Θα πρέπει να αναφέρουμε πως οι Έλληνες και Λατίνοι συγγραφείς δεν έπαψαν να αποτελούν αντικείμενο μελέτης κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, απλά τώρα, οι ουμανιστές απαλλαγμένοι από τον θρησκευτικό δογματισμό, αντιμετωπίζουν τα κείμενα αυτά με νέα αντίληψη και κριτικό πνεύμα, και με γνώμονα την έννοια της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας του ανθρώπου.

Είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως η μετάβαση στην Αναγέννηση και τον Ουμανισμό, έγινε σταδιακά μιας και υπήρξαν σημαντικά γεγονότα τα οποία συντέλεσαν σε αυτό. Η ανάπτυξη του εμπορίου και των μεγάλων αστικών κέντρων, οι τεχνικές και επιστημονικές ανακαλύψεις των προηγούμενων χρόνων, νέοι θεσμοί όπως το τραπεζικό σύστημα, είναι κάποιοι από τους παράγοντες που λειτούργησαν ως εφαλτήριο για την αλλαγή αυτή.

Η Ιταλία αποτέλεσε το πρώτο σημαντικό κέντρο της ουμανιστικής κίνησης, γεγονός καθόλου τυχαίο, αν αναλογιστούμε πως οι πόλεις της Ιταλίας ήταν πλούσια κέντρα, με πολίτες πρόθυμους να ιδρύσουν βιβλιοθήκες, πινακοθήκες και σχολεία. Όσοι από αυτούς διέθεταν πλούτο, ανταγωνίζονταν κατά κάποιο τρόπο για την προστασία των γραμμάτων και των τεχνών. Οι Ουμανιστές ήταν η νέα τάξη ανθρώπων διανοούμενων που δημιουργήθηκε κάτω από αυτή την ιστορική συγκυρία, και οι οποίοι, ενώ δεν ήταν πλούσιοι, πληρώνονταν για την πνευματική τους εργασία από τους πλούσιους και όχι από την Εκκλησία ή το κράτος, γεγονός που τους ευνοούσε στο να λειτουργούν ελεύθερα.

Οι ουμανιστές ήταν οι συνεχιστές κατά κάποιο τρόπο των Χριστιανών και της χριστιανικής παράδοσης του Μεσαίωνα, μιας και οι ίδιοι πίστευαν και ήταν θρησκευόμενοι, αλλά έδιναν μεγαλύτερη αξία στην επίγεια ζωή και υποστήριζαν πως ο άνθρωπος πρέπει να μην απαρνιέται την καλοπέραση και τα επίγεια αγαθά με σκοπό να αποκτήσει κάποια στιγμή την αιώνια ζωή.

Το χρονικό σημείο που χρησιμοποιούμε ως αφετηρία του ουμανισμού, συμπίπτει με την περίοδο που έζησε ένας από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους του, ο Φραγκίσκος Πετράρχης (1304-1374). Ο Πετράρχης ασχολήθηκε με την μελέτη της κλασικής λογοτεχνίας στην οποία αναζητούσε το πρότυπο της ενάρετης ζωής, σύμφωνα με τις αξίες και τα ιδανικά των αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων. Δεν ασχολήθηκε καθόλου με επιστήμες όπως η ιατρική και τα νομικά, γιατί θεωρούσε πως απλά οδηγούν στην άσκηση ενός επαγγέλματος. Αλλά και γενικότερα οι ουμανιστές δεν ενδιαφέρονταν για τη θεολογία, την οποία δεν την απέρριπταν, αλλά και σίγουρα δεν την συμπεριλάμβαναν στα ενδιαφέροντά τους.

Οι ουμανιστές υπήρξαν υπέρμαχοι των λατινικών, ως την γλώσσα που θα έπρεπε να επικρατήσει τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και σε σημαντικά επαγγέλματα όπως αυτά των νομικών, των γιατρών και των ιερέων, αλλά οι σύγχρονες εθνικές γλώσσες ήταν αυτές που επικράτησαν τελικά. Η ροή της θρησκευτικής και πολιτικής ιστορίας αλλά και της εκπαίδευσης και των γραμμάτων θα αλλάξει καθοριστικά, όταν το 1456 θα τυπωθεί η πρώτη Βίβλος από την Γουτεμβέργιο στη Γερμανία. Το γεγονός αυτό βοήθησε τις τοπικές γλώσσες να αποκτήσουν κύρος μιας και τυπώθηκαν βιβλία στις γλώσσες αυτές, αλλά και στην εξέλιξη της λαϊκής λογοτεχνίας, γεγονός που βοήθησε στην εξάπλωση της γνώσης. Η τυπογραφία και η διάδοσή της υπήρξε καθοριστική στο να γίνουν ευρέως γνωστές οι ιδέες των ουμανιστών, αλλά και έθεσε την γνώση σε άλλο επίπεδο μιας και θα μπορούσε πλέον να έχει πρόσβαση σε αυτή όποιος το επιθυμούσε.

 

Η επίδραση του ουμανισμού στα εκπαιδευτικά πράγματα της εποχής

Οι ουμανιστές, οι διανοούμενοι αυτοί που υπήρξαν προστάτες των πλούσιων και ισχυρών, ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για την παιδεία και την εκπαίδευση αυτών που τους χρηματοδοτούσαν και δεν είχαν ως στόχο την εξύψωση του εκπαιδευτικού συστήματος και της παιδείας των πολλών. Δεν είχαν ως σκοπό τους να συμβάλουν στην βελτίωση της μαζικής εκπαίδευσης η οποία θα μπορούσε να απευθύνεται και στο ευρύ κοινό, σε πλούσιους και σε φτωχούς, στους ευγενείς αλλά και στον λαό, αλλά ενδιαφέρονταν περισσότερο να δημιουργήσουν μία ηγετική προσωπικότητα, ηθικά και πνευματική ολοκληρωμένη.

Οι ουμανιστές προσπάθησαν να τονίσουν τις αρετές του τρόπου ζωής στην κλασική εποχή, αλλά και της κλασικής παιδείας, οι οποίες ήταν μεν άσχετες από την θρησκευτική πίστη, αλλά παρόλα αυτά δεν αντιτάσσονταν σε αυτή. Οι ουμανιστές στην πλειοψηφία τους ήταν θρησκευόμενοι και βαθιά αφοσιωμένοι στην αλήθεια της πίστης τους.

Παρά όμως τα όσα αναφέραμε μέχρι τώρα, για τη θετική συνεισφορά των ουμανιστών στα εκπαιδευτικά πράγματα της εποχής, οι απόψεις τους δεν βρήκαν εφαρμογή στα σχολεία της εποχής, μιας και συνέχιζαν το εκπαιδευτικό σύστημα του Μεσαίωνα, με τη διδασκαλία της τριοδίας και της τετροδίας. Οι ουμανιστές μελετούσαν τα φιλοσοφικά έργα, γιατί μέσω αυτών τους δύνονταν η δυνατότητα να επιβεβαιώσουν τις ιδέες που είχαν ήδη σχηματίσει περί αρετής. Αντιμετώπιζαν τα νομικά ως απαραίτητη γνώση για κάθε πολίτη και συχνά τη συσχέτιζαν με τη ρητορική, καθώς και εκτιμούσαν την ιατρική και προσπαθούσαν όσο το δυνατόν να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους πάνω στην επιστήμη αυτή, παρόλα αυτά όμως οι νέες ιδέες που εισήγαγαν οι ουμανιστές δεν καθιερώθηκαν στην εκπαίδευση.

Ο Έρασμος υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ουμανισμού, και αυτός που διέδωσε τις ουμανιστικές ιδέες εκτός της Ιταλίας και σε χώρες της βόρειας Ευρώπης. Τα συγγράμματά του για την παιδεία χρησιμοποιήθηκαν για αιώνες, μιας και μέσα σε αυτά υιοθετεί το έργο και άλλων ουμανιστών της Ιταλίας, αλλά το εκφράζει με τέτοιο τρόπο ώστε να αποτελούν μία θεωρία περί παιδείας. Ο Έρασμος κατάφερε να επικοινωνήσει αυτά που πίστευε και που ήταν απόψεις και των άλλων ουμανιστών, σύμφωνα με το οποίο, στα κλασικά κείμενα εμπεριέχονται τα ωραιότερα ιδανικά της ανθρώπινης εμπειρίας, τα οποία αν μελετηθούν και γίνουν αντιληπτά από τον άνθρωπο, μπορούν να επηρεάσουν καθοριστικά των ζωή του. Σύμφωνα λοιπόν με τη λογική αυτή, όχι η απλή επαφή με τα κείμενα, αλλά η σωστή εκπαίδευση, συμβάλλει ώστε να δημιουργηθεί ένας ηθικός χαρακτήρας.

Η μέθοδος της μελέτης που προτείνει ο Έρασμος, ξεκινά με την ανάγνωση του κειμένου. Το πρώτο διάβασμα είναι αυτό που θα δώσει τις ιδέες και την έμπνευση, ενώ το δεύτερο θα είναι εντατικό και αναλυτικό. Οι μαθητές θα πρέπει να έχουν ένα σημειωματάριο και να κρατούν σημειώσεις, ώστε να μπορούν να ακολουθούν μία συγκεκριμένη διαδικασία με το κάθε υλικό που έχουν προς μάθηση. Στη συνέχεια θα πρέπει να κατατάσσουν, να αναλύσουν, να καταχωρούν και τελικά να απομνημονεύουν το υλικό αυτό. Η απομνημόνευση είναι μία απαραίτητη κατά τους ουμανιστές διαδικασία, ώστε καταφέρουν να βγάλουν το απόσταγμα από τα αρχαία κείμενα.

Οι ουμανιστές θεωρούσαν πως από τα σημαντικότερα χρόνια για τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών, αποτελούν τα πέντε πρώτα χρόνια της ζωής τους, καθώς στα χρόνια αυτά διαμορφώνονταν οι ηθικές τάσεις της νεανικής ηλικίας. Υποστήριζαν πως η ευεργετική επίδραση μιας καλής οικογένειας δεν σταματά ποτέ, παρόλα αυτά όμως τα οικοτροφεία απολάμβαναν συνεχώς και μεγαλύτερης δημοτικότητας. Στα οικοτροφεία αυτά, οι δάσκαλοι λάμβαναν τη θέση των γονέων, και συνήθως τους εκχωρούνταν κάθε απαραίτητη δικαιοδοσία ώστε να ελέγχουν τους μαθητές.

 

Συμπεράσματα

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός πως ο Ουμανισμός, αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που σηματοδοτεί την ριζική αλλαγή στη δομή ολόκληρου του δυτικού πολιτισμού. Κατά την άποψή μου, το συνολικό έργο των ουμανιστών πρέπει να αποτιμάται ως θετικό για τον καθορισμό των μετέπειτα σημαντικών εξελίξεων στην κοινωνία της Αναγέννησης αλλά και αργότερα. Είναι γεγονός πως συναναστράφηκαν και δούλεψαν υπέρ της κοινωνίας των πλούσιων και ισχυρών της εποχής, η συμπεριφορά τους πολλές φορές υπήρξε ίδια με των χρηματοδοτών τους, παρόλα αυτά όμως, δημιούργησαν την τομή στον τρόπο σκέψης αλλά και αντιμετώπισης των πραγμάτων. Οι απόψεις τους υπήρξαν θα μπορούσα να πω

Συνεχιστές της ουμανιστικής παράδοσης κατά το 17ο αιώνα θεωρούνται οι Ιησουίτες, καθολικοί παιδαγωγοί δηλαδή, που είχαν ασπαστεί πολλές από τις ιδέες του ουμανισμού, από τις οποίες θεωρούσαν ότι δεν κινδύνευαν.